«Για ποιο λόγο ονομάζεται Ανάπαυση της Μητέρας αυτή η πόλη;» Αυτό μόνο θέλει να μάθει ο Ρίτσερ. Αλλά δεν του δίνει κανείς την απάντηση.
Πρόκειται για μια μικροσκοπική κωμόπολη καταχωνιασμένη σ’ ένα σιτοβολώνα δυόμισι εκατομμυρίων στρεμμάτων. Έχει ένα σιδηροδρομικό σταθμό και σκυθρωπούς κατοίκους που παρατηρούν καχύποπτα όλους τους ξένους. Εκεί βρίσκεται και μια γυναίκα γεμάτη ανησυχία, η Μισέλ Τσανγκ, που περνάει τον Ρίτσερ για κάποιον άλλον: για τον άφαντο συνεργάτη της σε μια ιδιωτική έρευνα που κατά τη γνώμη της πρέπει να ξεκίνησε σαν μια ουσιαστικά ασήμαντη υπόθεση, αλλά στη συνέχεια αποδείχθηκε θανάσιμη.
Ο Ρίτσερ δεν έχει κατά νου κάποιον ιδιαίτερο προορισμό, έχει απεριόριστο χρόνο στη διάθεσή του, και η Τσανγκ έχει κάτι το ιδιαίτερο… έτσι λοιπόν αποφασίζει να τη βοηθήσει. Πόσο άσχημη μπορεί να είναι αυτή η ιστορία; λέει με το νου του. Δεν αργεί όμως να εμπλακεί σε μια επικίνδυνη κούρσα από το Λος ¶ντζελες στο Σικάγο, στο Φοίνιξ και στο Σαν Φρανσίσκο, μια κούρσα που περνάει μέσα από τα κρυφά μέρη του διαδικτύου και που τον φέρνει αντιμέτωπο με παλιόμουτρα και φονιάδες σε κάθε βήμα –οδηγώντας τον τελικά στο σημείο απΆ όπου ξεκίνησε, στην Ανάπαυση της Μητέρας. Κι εκεί θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει τον χειρότερο εφιάλτη του…