“Το μόνο που επιθυμούσα ήταν να τον αγκαλιάσω, να συντονίσω το χτυποκάρδι του με το δικό μου, να γευτώ τα χείλη του κι ας έσβηνε έπειτα για πάντα μέσα σ’ αυτά η ανάσα μου. Μα δεν μπορούσα να το κάνω. Έτσι το μόνο που έκανα, ήταν να τον κοιτάξω και να επιτρέψω στο βλέμμα μου να του σιγοψιθυρίσει το “σ’ αγαπώ” που δεν μπορούσα με τίποτα να προφέρω. Και το έκανα. Μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής μου…”
Καστοριά, αρχές του 20ού αιώνα. Η Ρόζα, κόρη του μεγαλέμπορου γούνας Ευάγγελου Μαλτέζου, η οποία ζει με την οικογένεια της σε ένα πανέμορφο αρχοντικό πλάι στη λίμνη, περιμένει την αγαπημένη, πρώτη της ξαδέρφη, τη Μελισσάνθη για να περάσουν μαζί τις καλοκαιρινές διακοπές. Η μοίρα όμως γράφει μόνη της στα δικά της τεφτέρια. Και σχεδιάζει σιωπηλά τα πάντα κινώντας δειλά τα νήματα.
Στο 2010 η Νιόβη, συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων κληρονομεί ένα αρχοντικό που βρίσκεται στην Καστοριά. Παγιδευμένη σε ένα κόσμο χωρίς έμπνευση και εκνευρισμένη από μια άσχημη κριτική για τα βιβλία της από το νέο συνέταιρο του εκδοτικού της οίκου, αποφασίζει να βάλει κάποιους να το ανακαινίσουν και να πάει να μείνει για λίγο εκεί, ούτως ώστε να μπορέσει να γράψει αποδεικνύοντας έτσι την αξία της. Δεν γνωρίζει όμως πως το αρχοντικό κρύβει μια φοβερή ιστορία κι ένα τρομερό μυστικό που θα αλλάξει τη ζωή της για πάντα.
Ένα ημερολόγιο σε μια σοφίτα. Ένας έρωτας κρυφός και απαγορευμένος. Ένα τέλος απρόσμενο.