«Κι αυτή η µοίρα που κινεί τα νήµατα, που δένει τις ζωές µας και τις ευθυγραµµίζει µε τη σοφότερη γεωµετρία, να τέµνονται ή να είναι παράλληλες, να σχηµατίζουν κύκλους οµόκεντρους ή τρίγωνα ισόπλευρα, έφτιαξε έτσι τα πράγµατα ώστε τη στιγµή που η Χαρά οδηγούσε στο κενό η Φωτεινή να χάνεται στα µάτια του Μάρκου… κι εκείνος στα δικά της».
Στη διαδροµή από το αρχοντικό της στο Νησί ως το διαµέρισµα του τρίτου ορόφου στην Καστέλα, η Φωτεινή Αρχοντάκη έζησε τη ζωή που της χαρίστηκε, µε πάθος, πόνο, απόγνωση, παραδοχή, αυτοθυσία και δίχως όρια αγάπη για τη Ζωή.
«Ο Μάρκος και η Φωτεινή δεν είχαν καταφέρει στα νιάτα τους να αγαπηθούν όπως τους άξιζε, γιατί δε γνώριζαν πώς να το κάνουν. Αγάπη µπορείς να δώσεις µόνο όταν την έχεις λάβει. Μόνο όταν έχεις ξεχειλίσει από αυτή, όταν σου περισσεύει. Τότε και µόνο τότε µπορείς να αγαπάς µε αλήθεια και ανιδιοτέλεια από τα βάθη της ύπαρξής σου. Κανείς ποτέ δεν κατάφερε να αγαπήσει από το έλλειµµά του. Κι αυτή ήταν η ένατη αλήθεια της ζωής, που η Φωτεινή εκείνη τη στιγµή συνειδητοποιούσε και σηµείωνε νοερά µέσα της».
«Αγαπώ σηµαίνει εκτιµώ και τιµώ εµένα µε τις πράξεις µου. Αυτό γράψε και βάλε µια τελεία και µια παύλα. Και κάνε την προσευχή σου στον Θεό να σε κρατάει γερή και σιδερένια για να µεγαλώνεις
το παιδί σου. Άγγελοι επί γης είναι αυτά τα παιδιά, βιόλα µου, που τους ρίχνει ο Θεός ανάµεσά µας για να µάθουµε την άνευ όρων αγάπη».