Σκέφτομαι συνεχώς εμένα, τις φίλες μου και όλες τις γυναίκες που τέτοια ώρα είναι μόνες. Γυναίκες που δεν τους λείπει τίποτε κι όμως έχουν ένα τίποτε στο κρεβάτι τους. Είναι μισές. Όπως και να το κάνουμε, άνθρωπος χωρίς ταίρι είναι μισός άνθρωπος. Είναι μορφή αναπηρίας κι αυτό.
Σηκώνομαι από το κρεβάτι και κοιτάζομαι στον καθρέφτη. Η Μέριλιν, η γάτα μου, πετάγεται από δίπλα μου κοιτάζοντας κι αυτή τον καθρέφτη.
“Μέριλιν, είμαι ανάπηρη”, της λέω.
Με κοιτάει στα μάτια και προσπαθεί να καταλάβει.
“Κι εσύ είσαι ανάπηρη”, συνεχίζω. “Δεν έχουμε σύντροφο. Είμαστε ανάπηρες”.
Η Μέριλιν ξαναξαπλώνει και συνεχίζει τον ύπνο της. Αδιαφορεί. Σαν να μου λέει: “Άντε, κοπέλα μου, σύνελθε και κοιμήσου. Μια χαρά άνθρωπος είσαι. Σιγά μην τρελαθούμε για τα αρσενικά”.
Συνέρχομαι. Τι με έπιασε ξαφνικά; Γιατί τόσος πεσιμισμός; Δηλαδή, επειδή οι άντρες είναι νούμερα, πρέπει κι εγώ να γίνω νούμερο νυχτιάτικα; “Βρε, δεν πάνε στα τσακίδια!”