Όταν η Ελένη μεταμορφώθηκε σε Λιάνα, ο έρωτας την είχε προδώσει και νόμιζε πως τον είχε εκδικηθεί.
Τα μάτια του Νικόλα όμως τον έφεραν ξανά στο δρόμο της και, θαμπωμένη απ’ το φως, τον πίστεψε πάλι.
Τότε δεν μπορούσε να φανταστεί πως μέσα απ’ αυτόν θ’ άλλαζαν δραματικά τα όνειρα, οι στόχοι κι η ζωή της.
Ερωτικές ανορθογραφίες, ναρκωμένες αλήθειες και ξεχασμένα γράμματα θα ανέτρεπαν, θα γκρέμιζαν και θα έβαφαν με σκούρες ανεξίτηλες μπογιές την ύπαρξή της, μέχρι που η μοίρα θα άνοιγε γι’ αυτή μια καινούρια πόρτα ελπίδας.
“Κάποιες στιγμές στη ζωή, μια απλή φυσική κίνηση αλλάζει μαγικά τη μοίρα, λες και κάποιος σκοτεινός υπονομευτής παραφυλάει στη σκιά της πράξης και της αλλάζει σημασία.
Μετά τίποτα δεν μπορεί να γυρίσει πίσω και τίποτα δεν είναι ικανό να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων και τις συνέπειές τους. Η κακιά στιγμή, η συγκυρία, η ροπή στον κίνδυνο, η επιπολαιότητα, όλα μαζί και χώρια συνωμοτούν και μεθοδεύουν το αποτέλεσμα και την οριστική ανατροπή μέχρι το τέρμα, μέχρι την άκρη, μέχρι τα όρια της αντοχής”.